Καλησπέρα σας,
Ευχαριστούμε το Παρατηρητήριο για την πρόσκληση και για την επιλογή επιστημόνων του κλάδου μας, δηλ των Μεταλλειολόγων-Μεταλλουργών Μηχανικών του ΕΜΠ, ως πλέον ειδικοί με τα Βαρέα Μέταλλα, να εκφράσουμε επιστημονική άποψη για τη μελέτη του ΕΛΚΕΘΕ.
Ξεκινάμε με ένα μικρό ιστορικό
Το Σεπτέμβριο του 19, κατά τον καθαρισμό του λιμανιού της Σύρου από την (συμβεβλημένη με το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο) ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. Aegean Rebreath, σε δείγμα που έλαβε από το βυθό και αναλύθηκε από το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε., βρέθηκαν μεγάλες συγκεντρώσεις βαρέων μετάλλων. Το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. θεωρεί ότι οι τιμές είναι ανησυχητικές και προτείνει στο Δήμο την εκπόνηση μελέτης, καταθέτοντας και προσφορά. Το Παρατηρητήριο Ποιότητας Περιβάλλοντος Σύρου ανέδειξε την επικινδυνότητα του θέματος και την ανάγκη νέων ερευνών.
Μετά την αδιαφορία των αρμοδίων αρχών, οι βουλευτές, Κρίτωνας Αρσένης και ο Ν. Συρμαλένιος με 26 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, κατέθεσαν γραπτές ερωτήσεις στη Βουλή, για την αναγκαιότητα υλοποίησης της προτεινόμενης από το ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. μελέτης. Οι ερωτήσεις προκάλεσαν την αντίδραση του σωματείου εργαζομένων του Νεωρίου. Συγχρόνως οι εταιρείες της ΟΝΕΧ στράφηκαν κατά του Παρατηρητηρίου και των μελών του προσωπικά, με αγωγές τύπου SLAPP ζητώντας 3 εκατομμύρια.
Έπειτα από τριετή αδιαφορία Δήμου και Περιφέρειας Νοτίου Αιγαίου, ο όμιλος ΟΝΕΧ χρηματοδότησε την μελέτη του ΕΛ.ΚΕ.Θ.Ε. για το θαλάσσιο περιβάλλον στον κόλπο της Ερμούπολης, η οποία ξεκίνησε τον Απρίλιο του 22 και δημοσιοποιήθηκε τον Οκτώβριο. Το Νοέμβριο 22, απορρίφτηκε η αγωγή SLAPP από το πολυμελές πρωτοδικείο Σύρου.
ΓΕΝΙΚΑ χαρακτηριστικά της Μελέτης του ΕΛΚΕΘΕ
Η έρευνα του ΕΛΚΕΘΕ, όπως αναφέρει το ίδιο, επικεντρώνεται στα θαλάσσια ιζήματα, διότι έχουν καθορισθεί διεθνώς ως πρωταρχικός στόχος για την εκτίμηση της περιβαλλοντικής κατάστασης μίας περιοχής, αφού τα ιζήματα του βυθού αποτελούν τον τελικό αποδέκτη ρύπων του θαλάσσιου και ατμοσφαιρικού περιβάλλοντος.
Το ερευνητικό μέρος της μελέτης του ΕΛΚΕΘΕ προερχόμενο από ένα επιστημονικό φορέα, είναι αποδεκτό χωρίς την αμφισβήτηση της εργασίας πεδίου, των αναλύσεων και της στατιστικής επεξεργασία τους. Tα συμπεράσματα της όμως τίθενται στην κρίση της επιστημονικής κοινότητας και δίνουν το δικαίωμα σε κάθε επιστήμονα να τα κρίνει.
Χαρακτηριστικό της μελέτης είναι ότι παρά την επίπονη εργασία πεδίου, και τις πλούσιες εργαστηριακές αναλύσεις, τη στατιστική επεξεργασία, τα συμπεράσματά της δεν στηρίζονται στα παραπάνω, αλλά στην αξιοποίηση των κενών που έμειναν, των θεμάτων που παρακάμφθηκαν, των ασαφειών, ή ακόμα έρχονται σε πλήρη ή μερική αντίθεση με τα εργαστηριακά δεδομένα.

Κριτική σε ΕΙΔΙΚΑ ΣΗΜΕΙΑ της μελέτης
Η μελέτη εμφανίζει σημαντικές ελλείψεις, αφήνει πολλά κρίσιμα κενά και δεν δίνει απαντήσεις σε καθοριστικά για την έρευνα ζητήματα.
- Δεν γίνεται χωρική σύνδεση των σταθμών δειγματοληψίας με σημερινές ή παλαιότερες ανθρωπογενείς παραγωγικές δραστηριότητες. Δεν προσδιορίζεται έστω ενδεικτικά η χωρική κατανομή του ρυπαντικού φορτίου, που αποκαλύπτει την πιθανή ροή των ρυπαντών επομένως και τις πιθανές πηγές ρύπανσης μετάλλων και των πολυκυκλικών αρωματικών υδρογονανθράκων (ΠΑΥ).
- Δεν δίνονται επιστημονικές απαντήσεις σε ανησυχητικά ευρήματα, όπως το υψηλό χρώμιο και οι ΠΑΥ. Το υπερβολικό χρώμιο της επιφάνειας των ιζημάτων, με μία κατάδυση στην οικονομική ιστορία της Σύρου, χρεώνεται στα βυρσοδεψία τα οποία έκλεισαν τον προηγούμενο και προπροηγούμενο αιώνα.
- Δεν λαμβάνονται υπόψη τα χαρακτηριστικά των χρησιμοποιούμενων πρώτων υλών στις παραγωγικές δραστηριότητες (που είναι απαίτηση της Ευρωπαϊκής οδηγίας 1999/31/ΕΚ), δηλαδή το υλικό της ψηγματοβολής στο Νεώριο, που αν πρόκειται για σιδηρονικελιούχα σκωρία έχει πολύ μεγάλη περιεκτικότητα σε χρώμιο, με πιθανότητα διαρροών στην ατμόσφαιρα.
- Δεν μετρήθηκε το αρσενικό που είχε βρεθεί υπερβολικό στο αρχικό δείγμα της A.R. και αποκρύπτεται η περιεκτικότητα του χρωμίου στο θαλασσινό νερό.
- Δεν εξετάζονται και δεν προτείνονται οι πιθανοί μηχανισμοί εμπλουτισμού και το μοντέλο διασποράς των Βαρέων Μετάλλων (πχ θαλάσσια ρεύματα, διάχυση μετάλλων, αέρια μεταφορά βιομηχανικής σκόνης με επικάθιση στη θάλασσα με καθίζηση) και η βιοσυσσώρευση των μετάλλων στην πανίδα.
- Επικαλείται επιλεκτικά τη διεθνή βιβλιογραφία για να επιβεβαιώσει την παρουσία ψευδαργύρου και χαλκού και να αποκλείσει την προέλευση του χρωμίου από τη «συντήρηση σκαφών», παρόλο που γύρω από τις δεξαμενές του Νεωρίου καταγράφονται οι μέγιστες τιμές του.
- Θεωρείται το ίζημα ως μία στατική παγιωμένη διαχρονική κατάσταση, χωρίς τη δυναμική συνεχή αυξανόμενη ρύπανση των ιζημάτων, παράλληλα με την αύξηση του πάχους τους, αντίστοιχη σε διάφορες χρονικές περιόδους.
- Οι μέγιστες τιμές που καταγράφονται στην επιφάνεια των ιζημάτων, αντίστοιχες με τις όποιες τελευταίες ρυπογόνες ανθρωπογενείς δραστηριότητες, ενσωματώνονται μέσα στο σταθερό διαχρονικό ίζημα και αφομοιώνονται σε ένα αόριστο χρονικό και αριθμητικό μέσο όρο.
- Συγκρίνεται το λιμάνι της Ερμούπολης με χώρους απόθεσης βιομηχανικών και αστικών αποβλήτων ή γεωχημικής ρύπανσης, όπως ο κόλπος της Αντίκυρας-Κορινθιακός, το λιμάνι του Λαυρίου, ο κόλπος της Ιερισσού, ο χώρος απόθεσης κορημάτων του Σαρωνικού.
- Αποκρύπτεται ότι ο χαρακτηρισμός «μέτρια οικολογική ποιότητα» του δείκτη BENTIX, σημαίνει πως υπάρχει οικολογική διατάραξη που απαιτεί την αποκατάσταση της περιοχής.
- Τα συμπεράσματα αφήνουν ένα επικοινωνιακό χώρο προς εκμετάλλευση στην αναθέτουσα εταιρεία, ώστε οι ναυπηγοεπισκευστικές εργασίες να βγουν έξω από το «κάδρο» της ρύπανσης του λιμανιού, να κατοχυρώσει το δικαίωμα της μελλοντικής ρύπανσης, και να δικαιώσει τις διώξεις της κατά του περιβαλλοντικού κινήματος.
ΚΛΕΙΣΙΜΟ-ΤΕΛΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Κλείνοντας την πρώτη ενότητα της εκδήλωσης θα καταλήξουμε στο τελικό συμπέρασμα είναι ότι η μελέτη κατέγραψε και ανέδειξε το θέμα της εκτεταμένης και διαχρονικής ρύπανσης του λιμανιού της Σύρου, αλλά με μέγιστες τιμές ρύπανσης στη σύγχρονη εποχή. Ο πυθμένας του λιμανιού βρέθηκε να κατέχει τα Ελληνικά πρωτεία επιβάρυνσης σε βαρέα μέταλλα και πολυκυκλικούς αρωματικούς υδρογονάνθρακες, να βρίσκεται στα όρια της τοξικότητας, με «μη αναστρέψιμες επιδράσεις» βαρέων μετάλλων και να απαιτεί περιβαλλοντική αποκατάσταση.
Η μελέτη εκπέμπει σήμα κινδύνου τόσο για τη βιοκοινωνία του κόλπου, αλλά κυρίως για την ανθρώπινη ζωή στην πόλη, γιατί ο βυθός απεικονίζει την ατμόσφαιρα της πόλης. Σε συνθήκες κλιματικής κρίσης, επιβάλλεται να αναζητηθεί άμεσα μια νέα ισορροπία ανάμεσα στο αέριο ή θαλάσσιο περιβάλλον και στις ανθρώπινες δραστηριότητες, με την αναβάθμισή των δραστηριοτήτων σε βιώσιμες και την οικολογική αποκατάσταση-εξυγίανση του κόλπου.
Ευχαριστούμε πολύ για την προσοχή σας.