Skip to main content

Δημοσίευμα στο τουριστικό οδηγό NAXOS GUIDEBOOK 2008

Η σμύριδα ή σμυρίγλι (αγγλικά emery) είναι ένα πέτρωμα που βρίσκεται μέσα στα βουνά της βορειοανατολικής Νάξου. Εξορύσσεται από τα ορυχεία (σμυριδωρυχεία) της περιοχής και μετά από φυσική κατεργασία χρησιμοποιείται ως λειαντικό και αποξεστικό για μέταλλα, κράματα γυαλί, πετρώματα και ως αντιολισθητικό σε δρόμους και δάπεδα. Αποτελείται από τα ορυκτά, κορούνδιο που του προσδίδει τη σκληρότητα και τις λειαντικές ιδιότητες, από αιματίτη, μαγνητίτη και άλλα.

Το ιστορικό

Αναφέρεται για πρώτη φορά από τον Ηρόδοτο. Ήταν γνωστή στην αρχαιότητα ως ‘Ναξία ακόνη’ και ως  ‘Ναξία λίθον η τας ψήφους οι δακτυλιογλύφοι σμήχουσι’. Νεότερα στοιχεία έδειξαν ότι από τη νεολιθική–πρωτοκυκλαδική εποχή (5η χιλιετία π.χ) εξάγεται και χρησιμοποιείται στον κυκλαδικό χώρο, για νεολιθικά εργαλεία και αργότερα για τη κατεργασία του μαρμάρου, λείανση ειδωλίων, σκευών, χάραξη βραχογραφημάτων (Αρχαιολογικό Μουσείο Απεράθου). Ασφαλώς ή χρήση της συνδέεται με τα λατομεία μαρμάρου κατά τους Αρχαϊκούς χρόνους, με τη κατασκευή των ναών και με τη πρωτοεμφάνιση της πλαστικής τέχνης των κούρων στη Νάξο.

Κατά τη Φραγκοκρατία ή σμύριδα ανήκει στους φεουδάρχες της περιοχής και έφθανε ως εμπόρευμα στα λιμάνια της Σμύρνης, Βενετίας, Μασσαλίας. Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε και κατά τη διάρκεια της οθωμανικής κυριαρχίας, ως το 1780 που η εξόρυξη και εμπορία αναγνωρίζεται ότι ανήκει στους κατοίκους των χωριών. Παρά την οθωμανική αναγνώριση το νέο Ελληνικό κράτος τη θεώρησε ως δήθεν ιδιοκτησία του Σουλτάνου που περιήλθε δικαιωματικά στο Ελληνικό Δημόσιο. Μετά από αγώνες οι χωρικοί περιορίστηκαν στο προνόμιο της εξόρυξης, για αποκλειστικό λογαριασμό του Δημοσίου που κατέχει τη μεταλλευτική κυριότητα και το μονοπώλιο της εμπορίας.

Για πολλά χρόνια αποτέλεσε το εξαγώγιμο προϊόν της Ελλάδας που έφερνε τα περισσότερα έσοδα στο κράτος. Χρησιμοποιήθηκε ως εγγύηση για σύναψη διεθνών δανείων, για την ίδρυση της Εθνικής Τράπεζας, για αποπληρωμή χρεών και πολεμικών αποζημιώσεων. Οι σμυριδεργάτες ευημερούν, απολαμβάνοντας τους καρπούς της σκληρής δουλειάς τους, την εποχή του Α παγκοσμίου πολέμου και του μεσοπολέμου.

Κατά τη διάρκεια του Α παγκόσμιου τα σμυριδωρυχεία ήταν υπό Γαλλική κατοχή, για τον έλεγχο της πρώτης ύλης που ήταν απαραίτητη στη πολεμική βιομηχανία.. Στο Β παγκόσμιο παραδοθήκαν στους Ιταλούς που καταλήστεψαν τα αποθέματα, σταμάτησαν την εξόρυξη και τις πληρωμές οδηγώντας στη πείνα και στο θάνατο εκατοντάδες σμυριδεργάτες.

Τα μεταπολεμικά χρόνια το κράτος αποδείχθηκε κακός διαχειριστής και έμπορος αφού δεν έκανε τις απαραίτητες κινήσεις στη συνεχώς εξελισσόμενη παγκόσμια αγορά των λειαντικών. Σήμερα αγοράζει λίγους τόνους σμύριδα για να καλύψει τις ασφαλιστικές ανάγκες των κατοίκων, ενώ τα υπόγεια ορυχεία έχουν πάψει να λειτουργούν.

Η εξόρυξη

Η εξόρυξη γίνεται από τους κατοίκους των χωριών : Κορώνου, Απεράθου, Σκαδού, Μέσης, Δανακού, Κεραμωτής, σε ομάδες 5-20 ατόμων που εργάζονται στη ίδια υπόγεια στοά . Πρόκειται για αυτόνομες ομάδες εργασίας που καταμερίζουν τα έξοδα, τις ειδικότητες το χρόνο εργασίας, λειτουργώντας δημοκρατικά και συνεργατικά.. Οι συνθήκες εργασίας στις στοές ήταν πρωτόγονες. Με το φως του λύχνου, χωρίς αερισμό, με βαριές, ματζακούπια, καλέμια και με την επικίνδυνη χρήση της δυναμίτιδας πάλευαν ολημερίς μέσα στα σπλάχνα της γης να ξεριζώσουν λίγες πέτρες σμυρίγλι, που τις κουβάλαγαν με τη πλάτη έξω στο φως. Οι ίδιοι με τα ζώα τις μετέφεραν στους όρμους του Λιώνα ή της Μουτσουνας και με τα χέρια περπατώντας μέσα στη θάλασσα τις φόρτωναν στα πλοιάρια.

Εναέριος   σιδηρόδρομος  

Το1926-1929 το κράτος κατασκευάζει ένα από τα μεγαλύτερα δημόσια  έργα του μεσοπολέμου τον εναέριο σιδηρόδρομο για να διευκολύνει τη μεταφορά της σμύριδας από τα ορυχεία στο λιμάνι της Μουτσούνας. Αποτελείται από ένα δίκτυο 72 σιδηρών πυλώνων (ύψους ως 40μ), με κινούμενο διπλό συρματόσχοινο 18κμ, από 170 βαγονέτα (κρεμασμένοι κουβάδες) και από δύο μηχανοστάσια κίνησης. Στους πέντε σταθμούς .Πηγή, Πεζούλες, Στραβολαγκάδα (περιοχή Κορώνου), Κακόρυακας, Ασπαλαθρωπός (περιοχή Απεράθου) γινόταν η ζύγιση και παράδοση της σμύριδας από τους εργάτες στο Δημόσιο, η φόρτωση της στον εναέριο και η μεταφορά της στο προαύλιο-αποθήκες της Μουτσούνας. Από εκεί με ένα σύστημα μεταφορτώσεων από βαγόνια σε μεγάλους κουβάδες και φορτηγίδες (μαούνες) φορτωνόταν στα πλοία που συνήθως δεν προσάραζαν στη προβλήτα της Μουτσουνας.

Η τεχνολογία του εναερίου ήταν Αγγλική, αποτελεί τυπικό δείγμα καλωδιακής εναέριας μεταφοράς με βαγονέτα, σπάνια αλλά χαρακτηριστική των αρχών του 20 αιώνα. Η κατασκευή είναι από μέταλλο και πέτρα με ενδιαφέρουσες μηχανολογικές επινοήσεις και προσαρμογές στο απότομο ανάγλυφο της ορεινής Νάξου.

Ο εναέριος λειτουργούσε ως το 1979, που η μεταφορά αντικαταστάθηκε από την  οδική στους νεοκατασκευασμένους δρόμους

Πολιτιστικά 

Στη λαϊκή ποίηση των κατοίκων, εκατοντάδες κοτσάκια (δίστιχα) συνδυάζουν τις δυσκολίες της δουλειάς στα ορυχεία, στον εναέριο, στη φόρτωση με τον έρωτα τη ζωή και το θάνατο. Πολλοί ποιητές, πεζογράφοι, ζωγράφοι, μουσικοσυνθέτες έχουν εμπνευστεί τα έργα τους από τους σμυριδεργάτες. Επίσης έχουν γίνει αρκετά ντοκιμαντέρ και μια κινηματογραφική ταινία  «Η μαύρη γη».

Σήμερα τα ερείπια των εγκαταστάσεων του εναερίου των σταθμών των λιμανιών, τα εγκαταλειμμένα ορυχεία αποτελούν από μόνα τους ένα έργο τέχνης στημένο στο τραχύ φυσικό τοπίο των βουνών της Νάξου. Ένα απέραντο μνημείο που περνά πάνω από τα βουνά, σαν το συρματόσχοινο, από τον Λυώνα ως τη Μουτσούνα που καταγράφονται όλες οι ιστορικές μνήμες της σμύριδας, οι αγώνες των σμυριδεργατών κατά των Φράγκων, του νέου Ελληνικού κράτους,  κατά του κράτους-εργοδότη, των εργολάβων, των κομματαρχών, του κράτους της αδιαφορίας, ο μόχθος των σμυριδεργατών για την επιβίωση, οι σακατεμένοι και οι νεκροί των ορυχείων και της κατοχής.

Επίσημα ο εναέριος και οι εγκαταστάσεις των σταθμών είναι κηρυγμένα από το υπουργείο Πολιτισμού ως μνημείο της Νεότερης Ελλάδας.

Με τη βοήθεια Ευρωπαϊκών Προγραμμάτων, των τοπικών Κοινοτήτων και του Δήμου έχει αποκατασταθεί μέρος των εγκαταστάσεων στο σταθμό της Στραβολαγκάδας Κορώνου, το ορυχείο Σαραντάρα Κορώνου που είναι επισκέψιμα καθώς  το Οικομουσείο στη Κόρωνο και το Γεωλογικό μουσείο στ’ Απεράθου.[/vc_column_text][/vc_column][/vc_row]

Αφήστε το σχόλιο σας